top of page

Manipulation

“Perhaps is the time to ask ourselves by whom, when and how you are getting manipulated in your daily life” 

 An installation that symbolizes the complexities of life.

This art project is an interactive installation which invites viewers to reflect on the limits of our freedom in this contemporary world. It consists of a room full of strings and masks that symbolize the complexity of our lives, the orientation and manipulation in this organised society, and the roads that we pass through our lives. The strings have a dual meaning – they represent our orientation in a structured society, but also metaphorically the paths that we can take in our lives. The masks present our various death moments and all the killed hours of our days, and when they are placed in different positions among the strings, some being gathered together and others placed on their own, it shows the manipulated human relationships and the lonely individuals that exist within this system. 

The installation was accompanied by a narrative voice of Chronis Missios, a Greek activist and writer, and his poem about the constraints our society imposes and how our life has become a 'daily death'. The project hopes to spark conversations between people and to encourage us to reflect on and embrace the authenticity of our desires and aspirations, and how we can live without succumbing to societal pressures and manipulation. Ultimately, it aims to create a safe space for reflection and show us that it is possible to live a meaningful life full of grace and beauty.

 

Chronis Missios' poem: 


«Η ζωή μας μια φορά μάς δίνεται. Άπαξ, που λένε. Σαν μια μοναδική ευκαιρία. Τουλάχιστον, μ’αυτήν την αυτόνομη μορφή της, δεν πρόκειται να ξαναϋπάρξουμε ποτέ. Και μεις τί την κάνουμε, ρε; Αντί να τη ζήσουμε; Τί την κάνουμε; Την σέρνουμε από δω και από κει δολοφονώντας την…Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις. Μα αφού είναι οργανωμένες, πώς είναι σχέσεις; Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθήματος. Πώς να οργανώσεις τα συναισθήματα; Έτσι, μ’ αυτήν την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες μας, σα να είναι βάρος. Και μάς είναι βάρος. Γιατί δε ζούμε…  κατάλαβες; Όλο κοιτάμε το ρολόι! Να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ’την αρχή. Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που θα τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν “αξίες”, σαν “ανάγκες”, σαν “ηθική”, σαν “πολιτισμό”. Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών. Αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να κουβεντιάσουμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να κάνουμε έρωτα, να απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και το διπλανό μας… Όλα, όλα Σαλονικιέ, τ’ αφήσαμε, γι’ αυτό το αύριο, που δεν θα ‘ρθει ποτέ… Μόνο όταν ο θάνατος χτυπήσει κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο, πονάμε, γιατί συνήθως σκεφτόμαστε πως θέλαμε να του πούμε τόσα σημαντικά πράγματα, όπως: Πόσο τον αγαπούσαμε, πόσο σημαντικός ήταν για μας. Όμως, τ’ αφήσαμε για αύριο. Για να πάμε πού ρε Σαλονικιέ; Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος, και δεν πάμε πουθενά αλλού παρά στο θάνατο. Και μεις οι μαλάκες, αντί να κλαίμε το δειλινό, γιατί χάθηκε άλλη μια μέρα απ’ τη ζωή μας, χαιρόμαστε! Ξέρεις γιατί; Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη με οδύνη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας.  Την καταντήσαμε έναν καθημερινό -χωρίς καμιά ελπίδα ανάστασης- θάνατο! Διότι, αυτός είναι θάνατος!Ο άλλος, όταν γεράσουμε σε αρμονία και ελευθερία με τον εαυτό μας, όταν δηλαδή παραμείνουμε εμείς, δεν είναι θάνατος. Είναι μετάβαση… Είναι διάσπαση σε μύριες άλλες ζωές, στις οποίες, αν εδώ σε τούτη τη μορφή ζωής είσαι ζωντανός, αν δεν δολοφονήσεις την ουσία σου, εκεί, θα δώσεις χάρη κι ομορφιά, όπως η Μαρία, που φούνταρε προχτές από την ταράτσα για να μην πεθάνει... Ήρθανε να την πάρουνε, και η Μαρία, είπε το "όχι", με τον πιο αμετάκλητο τρόπο. Πήγαμε στην κηδεία της. Και τί άκουσα τον παππά να λέει; "Χοῦς εἶ, καὶ εἰς χοῦν ἀπελεύσει"...Και τότε κατάλαβα, πως η Μαρία σώθηκε. Του χρόνου, όλα τα στοιχεία της, που τα κράτησε ζωντανά σε τούτη τη μορφή ζωής, θα γίνουν πανσέδες, δέντρα, πουλιά, ποτάμια..» – Χρόνης Μίσσιος (https://www.youtube.com/watch?v=V-Og_sVW53Q)

EG: "Our life is given to us once. Once, they say. As a unique opportunity. At least, in this autonomous form, we'll never be born again. What do we do with it, man? Instead of living it? What do we do with it? We drag it around killing it... Organized society, organized human relations. But if they're organized, how are they relationships? Relationship means meeting, it means surprise, it means giving birth to feelings. How to organize feelings? So, with this damn invention called a clock, we push our hours and days as if they were a burden. And it's a burden to us. Because we don't live... Do you know? We're always looking at the clock! Let this hour be gone, let this day be gone, let tomorrow come, and back to square one. We have divided the day into corpses of moments, into dead hours that we will bury inside ourselves, in the caves of our being, the caves where the freedom of desire is born, and we bury them with all kinds of shit and garbage that they pass on to us as "values", as "needs", as "morality", as "civilization". We have made our bodies a vast graveyard of murdered desires and aspirations. We let go of the most important, the most essential things, like playing and chatting with children and animals, with flowers and trees, playing and rejoicing with each other, making love, enjoying nature, the beauties of the human hand and spirit, tenderly descending into ourselves, getting to know ourselves and our neighbour... Everything, everything Salonikier, we left, for this tomorrow, which will never come... Only when death strikes a loved one do we ache, for we usually think that we wanted to say so many important things to him, such as: How much we loved him, and how important he was to us. But we left it for tomorrow. To go where, Salonikie? After the sun rises, the sun sets, and we go nowhere but to death. And us assholes, instead of crying at dusk because another day of our lives is gone, we rejoice! Do you know why? Because our day is loaded with suffering, instead of being an adventure, a collision with the limits of our freedom.  We have made it a daily - without any hope of resurrection - death! For that is death! The other, when we grow old in harmony and freedom with ourselves, when we remain ourselves, is not death. It is a transition... It is a split into myriad other lives, in which, if here in this form of life, you are alive, if you do not murder your essence, there, you will give grace and beauty, like Mary, who flew off the roof the day before yesterday in order not to die... They came to take her away, and Mary said "no" in the most irrevocable way. We went to her funeral. And what did I hear the grandfather say? "Hush, and ashes to ashes"... And then I understood that Maria was saved. In time, all her elements, which she kept alive in this life form, will become pansies, trees, birds, rivers..." - Chronis Missios

This installation exhibited at Middlesex University at the Grove building in June 2015 and at the Old Truman Brewery 91, Brick Lane in London as part of the exhibition "FACTORY 15" - the BA Fine Art Degree Show. 

bottom of page